Ας το πούμε απλά. Δε γουστάρουμε να πάμε φαντάροι. Δε θέλουμε το στρατό ούτε για εμάς, ούτε για κανέναν. Μας απωθεί ένας μηχανισμός εξουσίας, ιεραρχίας, απόλυτης πειθαρχίας, παραλογισμού, ισοπέδωσης της προσωπικότητας, της διαφορετικότητας, της ιδιαιτερότητας. Ένας μηχανισμός που υπάρχει για να ασκεί βία προς τρίτους, αλλά και στους ίδιους τους “μετέχοντες” σε αυτόν.
Γνωρίζουμε τι ρόλο έχουν παίξει οι στρατοί ως σφαγείς της ιστορίας, κατακτητές, δυνάμεις κατοχής ή εσχάτως “ειρηνευτικές δυνάμεις” και “ανθρωπιστικές αποστολές”. Ξέρουμε και τα παράσημα του “δικού μας” εθνικού στρατού. Το ρόλο του στις δικτατορίες τόσο τις προπολεμικές όσο και κυρίως της επταετίας. Τις διεθνείς του αποστολές στην Ουκρανία, στην Κορέα, στη Βοσνία, το Κόσοβο, το Αφγανιστάν.
Αν υπάρχει κάποιο νόημα στη λέξη πατρίδα σίγουρα για εμάς δεν είναι το μίσος για το γείτονα Τούρκο, Μακεδόνισσα, Αλβανό κτλ. εργαζόμενο, μαθήτρια, φοιτητή που αναγκάζεται να καταπίνει τις αντίστοιχες αηδίες περί εθνικού συμφέροντος που μας ταΐζει και η εγχώρια άρχουσα τάξη και η στρατοκρατική κάστα (ευτυχώς αδύναμη και σε απαξίωση όσο ποτέ σε αυτή τη χώρα). Μας είναι ξεκάθαρο πως το μέτωπο σύγκρουσης που διαλέγουμε είναι ενάντια στο αφεντικό μας, στο λαμόγιο πολιτικό που μας κυβερνά, τους κεφαλαιοκράτες του τόπου που μας κοροϊδεύουν στα μούτρα, έναντια στον κάθε τύπου φασίστα της διπλανής πόρτας και όχι εναντίον των απέναντι (που η αμαρτία τους είναι απλά ότι γεννήθηκαν απέναντι).
Μας εξοργίζουν οι στρατιωτικές δαπάνες. Έχουμε δέκα χρόνια που τελειώσαμε το σχολείο, πολύ λίγα που βγάλαμε την όποια κάποια σχολή μας, μόλις (άλλα ήδη) 2-3 τουλάχιστον που μπήκαμε στην εργασία. Δεν προλάβαμε να ξεχάσουμε τις ελλείψεις στα προηγούμενα χρόνια σε δασκάλους, σε υποδομή, σε βιβλία και γενικά σε δυνατότητες. Κι έχουμε ήδη νιώσει στο πετσί μας την τρομοκρατία του βασικού μισθού, την αγωνία αν θα μας κολλήσουν ένσημα ή όχι, αφού (λέμε τώρα) μετά από πολύ κόπο γλιτώσαμε από την αγωνία αν θα έχουμε δουλειά. Την ίδια στιγμή τα αεροπλάνα του στρατού ψηλότερα και περισσότερα πετούν, οι φρεγάτες μακρύτερα πλέουν. Κανένας μπαμπούλας για εχθρούς του έθνους δεν μας πείθει για την ανάγκη αυτών των εξοπλισμών, και σίγουρα το δόγμα “για να έχεις ειρήνη, ετοιμάσου για πόλεμο” είναι από τα πιο άρρωστα που σκέφτηκε ποτέ ανθρώπου νους.
Μας κάθεται στο σβέρκο κι ο κοινωνικός ρόλος του στρατού. Ένα ακόμα κεφάλαιο στη γραμμικότητα της ζωής μας. Ένας χρόνος έξω από τον κόσμο, μακριά από όσα αγαπούμε, από όσα κάνουμε, από τους αγώνες μας. Κι αυτό γιατί «οι εμπειρίες από το στρατό είναι αξεπέραστες», «το κλίμα φανταστικό» (σχεδόν θλίψη προκαλούν αυτές οι ατάκες) και κυρίως γιατί θα γίνουμε (επιτέλους) άντρες. Ε, όχι, αν η αντροσύνη είναι αυτό που είστε, κρατήστε την για τον εαυτό σας, ας παραμείνουμε παιδιά, ας μπορούμε να αγγίξουμε και τη θηλυκή (ή όποια άλλη) πλευρά μας.
Τι νόημα έχει αν δε βγεις να το φωνάξεις;
Αισθανόμαστε αλληλέγγυοι με καθέναν που αρνείται την ένταξη στο στρατιωτικό μηχανισμό, που αμφισβητεί δια της απουσίας του ή της πάσης φύσεως διαφορετικής – εναλλακτικής στάσης του την υποχρεωτική στράτευση. Με αυτούς που βγάζουν τη γλώσσα και πηδούν από τη βάρκα ή διαλέγουν άλλο καράβι. Απλά δεν είναι αυτό που μας ταιριάζει, αυτό που (μετά από πολλή σκέψη και κουβέντα) διαλέγουμε. Θαρρούμε πως είναι πια ώριμος ο καιρός να βγούμε και να αρνηθούμε τη στράτευση πολιτικά, δημόσια και ωραία. Πως χρειάζεται να σπάσει η σιωπή γύρω από το θέμα, να δημιουργηθεί ένα ρήγμα στο πλέγμα της βεβαιότητας πως “έτσι έχουν τα πράγματα” και της αφωνίας των σκέψεων ότι δεν είναι μόνο έτσι. Να μιλήσουμε ξεκάθαρα για κατάργηση της υποχρεωτικής στράτευσης (σκεπτόμενοι διαρκώς την κατάργηση του στρατού ως τέτοιου), αρνούμενοι μαζί με αυτήν κάθε δικαίωμα του στρατού και του κράτους να μας την επιβάλλουν. Να κάνουμε σαφές και αδιαπραγμάτευτο το δικαίωμά μας στην συνειδητή και “στρατευμένη” προσφορά του χρόνου, της διάθεσης, της γνώσης και της κάθε ικανότητάς μας στις κοινωνικές δράσεις και τα κοινωνικά πεδία που ιεραρχούμε υψηλότερα και στα οποίες γνωρίζουμε καλύτερα από κάθε υδροκέφαλο μηχανισμό πως μπορούμε να προσφέρουμε περισσότερο.
Χαιρόμαστε και γεμίζουμε δύναμη από τη συνάντησή μας και την αβίαστη απόφαση της συμπόρευσής μας. Βρεθήκαμε και ενώνουμε διαθέσεις και δυνάμεις για να κινηθούμε όχι, όπως θα μας προτιμούσαν, κατά μονάδες χαμένες στην επικαιρότητα και το χάος των γεγονότων, αλλά ως συλλογικότητες, μικρές ή μεγαλύτερες με αλληλεγγύη και αμοιβαία εμπιστοσύνη με λόγο επιθετικό και ξεκάθαρο.
Στις σειρές του Μαΐου και του Αυγούστου του 2010, κάποιοι ούτε θα παρουσιαστούμε, ούτε θα κρυφτούμε. Θα φορέσουμε καλοκαιρινά κι όχι παραλλαγή, θα κάνουμε κάμπινγκ κι όχι στρατόπεδο. Γνωρίζοντας τις ενδεχόμενες συνέπειες και αναλαμβάνοντας πλήρως τις ευθύνες της επιλογής μας, θα αρνηθούμε το στρατιωτικό μας πεπρωμένο, διατηρώντας ακέραιη την πολιτική και κοινωνική μας υπόσταση.
Μάιος 2010
Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Γιάννενα-Κόρινθος,
Γνωρίζουμε τι ρόλο έχουν παίξει οι στρατοί ως σφαγείς της ιστορίας, κατακτητές, δυνάμεις κατοχής ή εσχάτως “ειρηνευτικές δυνάμεις” και “ανθρωπιστικές αποστολές”. Ξέρουμε και τα παράσημα του “δικού μας” εθνικού στρατού. Το ρόλο του στις δικτατορίες τόσο τις προπολεμικές όσο και κυρίως της επταετίας. Τις διεθνείς του αποστολές στην Ουκρανία, στην Κορέα, στη Βοσνία, το Κόσοβο, το Αφγανιστάν.
Αν υπάρχει κάποιο νόημα στη λέξη πατρίδα σίγουρα για εμάς δεν είναι το μίσος για το γείτονα Τούρκο, Μακεδόνισσα, Αλβανό κτλ. εργαζόμενο, μαθήτρια, φοιτητή που αναγκάζεται να καταπίνει τις αντίστοιχες αηδίες περί εθνικού συμφέροντος που μας ταΐζει και η εγχώρια άρχουσα τάξη και η στρατοκρατική κάστα (ευτυχώς αδύναμη και σε απαξίωση όσο ποτέ σε αυτή τη χώρα). Μας είναι ξεκάθαρο πως το μέτωπο σύγκρουσης που διαλέγουμε είναι ενάντια στο αφεντικό μας, στο λαμόγιο πολιτικό που μας κυβερνά, τους κεφαλαιοκράτες του τόπου που μας κοροϊδεύουν στα μούτρα, έναντια στον κάθε τύπου φασίστα της διπλανής πόρτας και όχι εναντίον των απέναντι (που η αμαρτία τους είναι απλά ότι γεννήθηκαν απέναντι).
Μας εξοργίζουν οι στρατιωτικές δαπάνες. Έχουμε δέκα χρόνια που τελειώσαμε το σχολείο, πολύ λίγα που βγάλαμε την όποια κάποια σχολή μας, μόλις (άλλα ήδη) 2-3 τουλάχιστον που μπήκαμε στην εργασία. Δεν προλάβαμε να ξεχάσουμε τις ελλείψεις στα προηγούμενα χρόνια σε δασκάλους, σε υποδομή, σε βιβλία και γενικά σε δυνατότητες. Κι έχουμε ήδη νιώσει στο πετσί μας την τρομοκρατία του βασικού μισθού, την αγωνία αν θα μας κολλήσουν ένσημα ή όχι, αφού (λέμε τώρα) μετά από πολύ κόπο γλιτώσαμε από την αγωνία αν θα έχουμε δουλειά. Την ίδια στιγμή τα αεροπλάνα του στρατού ψηλότερα και περισσότερα πετούν, οι φρεγάτες μακρύτερα πλέουν. Κανένας μπαμπούλας για εχθρούς του έθνους δεν μας πείθει για την ανάγκη αυτών των εξοπλισμών, και σίγουρα το δόγμα “για να έχεις ειρήνη, ετοιμάσου για πόλεμο” είναι από τα πιο άρρωστα που σκέφτηκε ποτέ ανθρώπου νους.
Μας κάθεται στο σβέρκο κι ο κοινωνικός ρόλος του στρατού. Ένα ακόμα κεφάλαιο στη γραμμικότητα της ζωής μας. Ένας χρόνος έξω από τον κόσμο, μακριά από όσα αγαπούμε, από όσα κάνουμε, από τους αγώνες μας. Κι αυτό γιατί «οι εμπειρίες από το στρατό είναι αξεπέραστες», «το κλίμα φανταστικό» (σχεδόν θλίψη προκαλούν αυτές οι ατάκες) και κυρίως γιατί θα γίνουμε (επιτέλους) άντρες. Ε, όχι, αν η αντροσύνη είναι αυτό που είστε, κρατήστε την για τον εαυτό σας, ας παραμείνουμε παιδιά, ας μπορούμε να αγγίξουμε και τη θηλυκή (ή όποια άλλη) πλευρά μας.
Τι νόημα έχει αν δε βγεις να το φωνάξεις;
Αισθανόμαστε αλληλέγγυοι με καθέναν που αρνείται την ένταξη στο στρατιωτικό μηχανισμό, που αμφισβητεί δια της απουσίας του ή της πάσης φύσεως διαφορετικής – εναλλακτικής στάσης του την υποχρεωτική στράτευση. Με αυτούς που βγάζουν τη γλώσσα και πηδούν από τη βάρκα ή διαλέγουν άλλο καράβι. Απλά δεν είναι αυτό που μας ταιριάζει, αυτό που (μετά από πολλή σκέψη και κουβέντα) διαλέγουμε. Θαρρούμε πως είναι πια ώριμος ο καιρός να βγούμε και να αρνηθούμε τη στράτευση πολιτικά, δημόσια και ωραία. Πως χρειάζεται να σπάσει η σιωπή γύρω από το θέμα, να δημιουργηθεί ένα ρήγμα στο πλέγμα της βεβαιότητας πως “έτσι έχουν τα πράγματα” και της αφωνίας των σκέψεων ότι δεν είναι μόνο έτσι. Να μιλήσουμε ξεκάθαρα για κατάργηση της υποχρεωτικής στράτευσης (σκεπτόμενοι διαρκώς την κατάργηση του στρατού ως τέτοιου), αρνούμενοι μαζί με αυτήν κάθε δικαίωμα του στρατού και του κράτους να μας την επιβάλλουν. Να κάνουμε σαφές και αδιαπραγμάτευτο το δικαίωμά μας στην συνειδητή και “στρατευμένη” προσφορά του χρόνου, της διάθεσης, της γνώσης και της κάθε ικανότητάς μας στις κοινωνικές δράσεις και τα κοινωνικά πεδία που ιεραρχούμε υψηλότερα και στα οποίες γνωρίζουμε καλύτερα από κάθε υδροκέφαλο μηχανισμό πως μπορούμε να προσφέρουμε περισσότερο.
Χαιρόμαστε και γεμίζουμε δύναμη από τη συνάντησή μας και την αβίαστη απόφαση της συμπόρευσής μας. Βρεθήκαμε και ενώνουμε διαθέσεις και δυνάμεις για να κινηθούμε όχι, όπως θα μας προτιμούσαν, κατά μονάδες χαμένες στην επικαιρότητα και το χάος των γεγονότων, αλλά ως συλλογικότητες, μικρές ή μεγαλύτερες με αλληλεγγύη και αμοιβαία εμπιστοσύνη με λόγο επιθετικό και ξεκάθαρο.
Στις σειρές του Μαΐου και του Αυγούστου του 2010, κάποιοι ούτε θα παρουσιαστούμε, ούτε θα κρυφτούμε. Θα φορέσουμε καλοκαιρινά κι όχι παραλλαγή, θα κάνουμε κάμπινγκ κι όχι στρατόπεδο. Γνωρίζοντας τις ενδεχόμενες συνέπειες και αναλαμβάνοντας πλήρως τις ευθύνες της επιλογής μας, θα αρνηθούμε το στρατιωτικό μας πεπρωμένο, διατηρώντας ακέραιη την πολιτική και κοινωνική μας υπόσταση.
Μάιος 2010
Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Γιάννενα-Κόρινθος,
- Παναγιώτης Σιαβελής
- Άγγελος Νικολόπουλος
- Μόρις Ζαφειριάδης
- Δημήτρης Σωτηρίου
- Μενέλαος Εξίογλου
- Ευάγγελος Ζώης
- Σταύρος Κεφάλας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου